Πέμπτη 26 Μαΐου 2011

Η έρευνα, τεχνολογία και καινοτομία ως βασικός μοχλός ανάπτυξης

Στη σύγχρονη και παγκόσμια κοινωνία, ο ρόλος των Πανεπιστημίων και των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) μετασχηματίζεται, ιδιαιτέρως σε σχέση με την παραγωγή ερευνητικού αποτελέσματος και καινοτομίας. Τα πανεπιστήμια και τα ΕΚ σε όλες τις χώρες θεωρούνται ως οι πιο σημαντικοί συντελεστές της βιώσιμης ανάπτυξης, και αναγνωρίζονται ως απαραίτητα για την οικονομία, που βασίζεται στη γνώση. Τα τελευταία χρόνια σημαντικές αλλαγές επηρεάζουν τη λειτουργία και αποστολή των πανεπιστημίων και των ΕΚ. Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι:
· Η μείωση των κρατικών κονδυλίων για Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη (Ε&ΤΑ) – Οι κρατικοί προϋπολογισμοί για Ε&ΤΑ μειώνονται, οδηγώντας συχνά σε πάγωμα ή οπωσδήποτε σε μείωση των κονδυλίων για την υποστήριξη της έρευνας.
· Η αλλαγή του τρόπου κρατικής χρηματοδότησης – Τα κρατικά κονδύλια για την έρευνα προσανατολίζονται περισσότερο στην καινοτομία.
· Η αύξηση της χρηματοδότησης για Ε&ΤΑ από τη βιομηχανία – Η βιομηχανία αυξάνει τη χρηματοδότηση της έρευνας. Η υποστήριξη αυτή οδηγεί στη διεξαγωγή έρευνας που προσανατολίζεται σε καινοτόμες εφαρμογές.
· Η αυξανόμενη ζήτηση για οικονομική συνάφεια – Τα πανεπιστήμια και τα ΕΚ πιέζονται να συμβάλουν πιο άμεσα στα συστήματα εκσυγχρονισμού των εθνικών τους οικονομιών. Αυτό προκαλεί σημαντική ένταση στο ερευνητικό περιβάλλον.
· Η αυξανόμενη συστημική διασύνδεση – Η δομή της έρευνας μεταβάλλεται καθώς τα πανεπιστήμια και τα ΕΚ ενθαρρύνονται να συμμετάσχουν σε ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας, με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ευρωπαϊκών δικτύων και της ανάδρασής της σε εθνικά συστήματα εκσυγχρονισμού.
· Η διεθνοποίηση της έρευνας – Η διεθνοποίηση, η οποία οφείλεται και στην πρόοδο των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), επηρεάζει το κλίμα για την έρευνα. Κάνει, επίσης, την έρευνα πιο ανταγωνιστική και οδηγεί στην εξειδίκευση.
Η έρευνα στα πανεπιστήμια αποτελεί περίπου το 30%, ή και περισσότερο, της εθνικής προσπάθειας για Ε&ΤΑ. Επιπλέον, είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος όπου διεξάγεται η βασική έρευνα, η οποία έχει σημαντικές και μακροπρόθεσμες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Η μείωση των κρατικών κονδυλίων για την έρευνα, οδήγησαν πολλές χώρες σε έναν επαναπροσδιορισμό της έρευνας στα πανεπιστήμια, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι θα συνεχιστούν οι πιέσεις που καθιστούν αναγκαία την ανασυγκρότηση της έρευνας στα πανεπιστήμια. Ο χαρακτήρας της έρευνας στα πανεπιστήμια, σήμερα, και η σχέση της με την κοινωνία διαφέρει κατά πολύ από ό,τι στο παρελθόν. Είναι αναγκαία η ενθάρρυνση της στροφής της έρευνας σε καινοτόμα αποτελέσματα, μέσω της συνεργασίας των πανεπιστημίων και των επιχειρήσεων, και της στροφής των πανεπιστημίων προς την καινοτομία.

Οι κυβερνήσεις ενθαρρύνουν τα πανεπιστήμια και τα ΕΚ, ώστε αυτά να επιδιώξουν την αύξηση της χρηματοδότησής τους από τον ιδιωτικό τομέα. Η χρηματοδότηση αυτή είναι ένα ευπρόσδεκτο και, συχνά, απαραίτητο συμπλήρωμα στην ανεπαρκή κρατική χρηματοδότηση. Επιπλέον, αυτή η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα προωθεί την ένταξη των πανεπιστημίων και των ΕΚ στο βασικό τομέα της οικονομίας. Εκφράζονται, όμως, ανησυχίες για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, ως αποτέλεσμα της έρευνας που συνδέεται με τη βιομηχανία, ή για τους πιθανούς περιορισμούς που επιβάλλονται στη δημοσίευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων.

Οι υψηλές απαιτήσεις της κοινωνίας του 21ου αιώνα δημιουργούν σοβαρές προκλήσεις αλλά, συγχρόνως, και ευκαιρίες. Στις χώρες όπου η μείωση στη χρηματοδότηση για την έρευνα έχει πάρει διαστάσεις κρίσης, πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα για τη μελλοντική ενίσχυση των ερευνητικών δραστηριοτήτων. Ο ανταγωνισμός στην έρευνα είναι ένα φαινόμενο που παίρνει διεθνείς διαστάσεις και θα εντείνεται όσο η ποιότητα της έρευνας γίνεται περισσότερο ανταγωνιστική (διεθνώς). Η έρευνα σήμερα απαιτεί, ταυτόχρονα, συνεργασία και ανταγωνισμό στη διεκδίκηση οικονομικών πόρων.

Η συγκέντρωση των ερευνητικών δραστηριοτήτων οδηγεί σε μια αυξανόμενη ανάγκη για ένα μηχανισμό μεγαλύτερης κλίμακας που μπορεί να είναι διαθέσιμος μόνο σε ΕΚ και, μάλιστα, σε μερικές περιπτώσεις, διεθνή. Αυτή η τάση, συμπεριλαμβανόμενης της ανάγκης για κατανομή του διεθνούς κόστους, θα διαρκέσει, μειώνοντας σε κάποιο βαθμό την ανάγκη για προσπάθεια διατήρησης πολυέξοδων ερευνητικών δραστηριοτήτων. Μια πρόκληση για το κράτος, σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο, είναι η εξασφάλιση της ευνοϊκότερης χρήσης των κυριότερων κεντρικών δραστηριοτήτων για το μακροπρόθεσμο καλό της κοινωνίας αλλά και της επιστήμης.
Οι ΤΠΕ χρησιμοποιούνται ήδη για την ενοποίηση των ερευνητικών δραστηριοτήτων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, επιτρέποντας την εξ αποστάσεως χρήση «πόρων». Καθώς η χρήση των ΤΠΕ θα επεκτείνεται, η έννοια του εθνικού ερευνητικού συστήματος θα θαμπώνει, δημιουργώντας προκλήσεις για κάθε κράτος, αλλά και για τους ερευνητές. Από τη θετική πλευρά, είναι εύκολο να οραματιστούμε ένα μέλλον στο οποίο οι ερευνητικές διασυνδέσεις γίνονται πραγματικά παγκόσμιες, έτσι ώστε να υπάρχει σημαντική συνεισφορά, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό του παγκόσμιου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, σχεδιάστηκε το 2008, για πρώτη φορά, από Εθνική Επιτροπή (με μέλη τόσο από το Δημόσιο όσο και από τον Ιδιωτικό τομέα), μια μακροπρόθεσμη εθνική πολιτική για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία. Στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 εκπονήθηκε το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης στους τομείς της Έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και της Καινοτομίας (ΕΤΑΚ). Στόχος της πολιτικής αυτής αποτέλεσε η προώθηση της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας, ιδιαίτερα της πράσινης καινοτομίας, και η ενσωμάτωσή τους στον παραγωγικό ιστό της χώρας ως βασικών παραγόντων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της εξωστρέφειας, της ποιότητας ζωής, της απασχόλησης και της δημιουργίας αριστείας και γνώσης ανταγωνιστικής σε διεθνές επίπεδο.

Για την επίτευξη των στόχων αυτών:
1. αυξήθηκαν οι δαπάνες για ΕΤΑΚ (για την προγραμματική περίοδο 2007-2013 οι δαπάνες σχεδόν τριπλασιάστηκαν σε σχέση με εκείνες της περιόδου 2000-2006),
2. σχεδιάστηκε η αναμόρφωση του εθνικού ερευνητικού συστήματος,
3. ενθαρρύνθηκαν οι ερευνητικές δραστηριότητες μέσω της παροχής κινήτρων (ιδίως στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις που επενδύουν στην έρευνα), προκειμένου να αυξηθούν από ίδιους πόρους οι επενδύσεις για ΕΤΑΚ,
4. ενθαρρύνθηκε η ανάληψη δράσεων για τη συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων, ΕΚ και επιχειρήσεων,
5. εντάθηκαν οι προσπάθειες με στόχο την προώθηση τεχνολογικών καινοτομιών στα πλαίσια ευρωπαϊκών συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα,
6. ενισχύθηκε η κινητικότητα, η προσέλκυση, και η συγκράτηση των ερευνητών.
Ο σχεδιασμός για την αναμόρφωση του εθνικού ερευνητικού συστήματος έγινε με στόχο την ορθολογικότερη και αποτελεσματικότερη οργάνωση της έρευνας, έτσι ώστε να εκσυγχρονιστεί και να ανανεωθεί το δίκτυο των ΕΚ (την εποπτεία των οποίων είχε το ΥΠΑΝ). Η αναμόρφωση αυτή, σε συνδυασμό με την αύξηση της χρηματοδότησης και τον εξορθολογισμό των δαπανών, και ακολουθώντας θεσμούς αξιοκρατικής αξιολόγησης και στρατηγικού σχεδιασμού, θα αναδείκνυε το εθνικό ερευνητικό σύστημα σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η στρατηγική αυτή επιλογή επένδυε σε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και δεν εξαντλούνταν σε βραχυπρόθεσμους πολιτικούς σχεδιασμούς. Η αναμόρφωση που προτάθηκε προέκυψε μετά από χρόνια συζητήσεων –και διαφωνιών ενδεχομένως, σχεδιασμών, αντιφατικών αποφάσεων, άναρχης επέκτασης των ερευνητικών δομών, αναπόφευκτου κατακερματισμού και επικαλύψεων, αλόγιστης σπατάλης, και αξιολογήσεων (θετικών αλλά και αρνητικών) των ΕΚ.

Με βάση τον προγραμματισμό της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) για το 2009, προκηρύχθηκαν προγράμματα τα οποία αφορούσαν στην υλοποίηση έργων βασικής, βιομηχανικής έρευνας και πειραματικής ανάπτυξης (πιλοτικές εφαρμογές) και τα οποία κάλυπταν σημαντικούς τομείς της εθνικής οικονομίας. Επιπλέον, προωθήθηκαν θεσμικές παρεμβάσεις μέσω των οποίων αυξήθηκαν τα ποσοστά επιχορήγησης των επιχειρήσεων για έργα ΕΤΑΚ (μέχρι και 80% για τις μικρές επιχειρήσεις αν συνεργάζονται με ερευνητικούς φορείς) και ενισχύθηκαν τα κίνητρα για διεθνή παρουσία, συνεργασία και δικτύωση.

Στο πλαίσιο της πολιτικής αυτής:
· Προκηρύχθηκαν τα Κουπόνια Καινοτομίας, μία πολύ ευέλικτη δράση για τις μικρές επιχειρήσεις έως 20 εργαζόμενους, στον κλάδο της μεταποίησης.
· Προκηρύχθηκε δράση για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ), αλλά και για τις ομάδες ΜμΕ (τουλάχιστον τρεις) με κοινά προβλήματα ή κοινούς στόχους.
· Προκηρύχθηκε δράση για τις νέες επιχειρήσεις (έως 6 ετών) και για τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτου μεγέθους που δεν είχαν όμως χρηματοδοτηθεί για έρευνα έως τότε από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους.
· Προκηρύχθηκε ειδική δράση τύπου «Συνεργασία» με στόχο την επίτευξη οικονομίας κλίμακας και την επικέντρωση πόρων σε τομείς ιδιαίτερα σημαντικούς για την εθνική οικονομία και την κοινωνία, όπως: α) οι συχνά εμφανιζόμενες αρρώστιες στο πληθυσμό, β) η προώθηση της βιοτεχνολογίας στα τρόφιμα και τα φάρμακα, γ) η προώθηση νέων/φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών στην κλωστοϋφαντουργία, στις ιχθυοκαλλιέργειες και τα τρόφιμα, δ) η προώθηση εφαρμογών της νανοτεχνολογίας στην ενέργεια και το περιβάλλον, ε) οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), στ) οι πράσινες μεταφορές, ζ) η μελέτη επιπτώσεων από τη συνέργια των κλιματικών αλλαγών με τις φυσικές καταστροφές και ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στο περιβάλλον, κλπ. Βασικοί αποδέκτες της δράσεις ήσαν τα πανεπιστήμια, τα ΕΚ και οι επιχειρήσεις υπό την προϋπόθεση όπως αναφέρει και ο τίτλος της δράσης ότι συνεργάζονται μεταξύ τους.
· Ενισχύθηκε η συμμετοχή μας στις κοινές τεχνολογικές πρωτοβουλίες (JTIs) της Ευρωπαϊκής. Ένωσης, μέσω της εθνικής δράσης Ευρωπαϊκής Συνεργασίας, παρέχοντας υποστήριξη στη συμμετοχή ελληνικών φορέων σε κοινές δράσεις με φορείς άλλων ευρωπαϊκών κρατών μελών σε θέματα εθνικής και ευρωπαϊκής προτεραιότητας.
· Χρηματοδοτήθηκε η ενίσχυση των Ε&Τ υποδομών, προγραμματίσθηκε η συμμετοχή μας σε κοινές Ευρωπαϊκές Υποδομές Έρευνας Μεγάλης Κλίμακας και, παράλληλα, αποφασίστηκε η διεκδίκηση από τη χώρα μας μιας από τις Ευρωπαϊκές Υποδομές Έρευνας Μεγάλης Κλίμακας (της km3Net).
· Καταβλήθηκε η εθνική συμμετοχή σε όσους ερευνητικούς φορείς συμμετέχουν σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα απευθείας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
· Προγραμματίσθηκε η δράση για τη δημιουργία/ενίσχυση Περιφερειακών Πόλων Καινοτομίας, η οποία είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις ΜμΕ και την ανάπτυξη των περιφερειακών οικονομιών της χώρας, δεδομένου ότι η δράση αυτή είναι προσαρμοσμένη στην παραγωγική διάρθρωση της κάθε Περιφέρειας.
· Προγραμματίσθηκε η δημιουργία clusters επιχειρήσεων και ερευνητικών φορέων στη: α) βιοτεχνολογία/ιατρική, β) στη γεωργία/τρόφιμα, και γ) στις ΑΠΕ.
· Προγραμματίσθηκε η παροχή κινήτρων σε ερευνητές, πανεπιστήμια, ΕΚ, επιχειρήσεις, και έμμεσα φορείς παροχής επιχειρηματικών κεφαλαίων, για να αξιοποιήσουν την γνώση ή/και το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που κατέχουν μέσω της δημιουργίας νέων καινοτόμων επιχειρήσεων.
· Προγραμματίσθηκε η προκήρυξη ειδικής δράσης για την υποστήριξη θερμοκοιτίδων νέων καινοτόμων επιχειρήσεων, η οποία συνδέεται και με την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της δημιουργικότητας των νέων, ενδεχομένως και από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
· Προγραμματίσθηκε η χρηματοδότηση από τα κονδύλια του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, δράσεων ενίσχυσης των επιχειρήσεων για την απασχόληση εξειδικευμένου προσωπικού, την υλοποίηση έργων μακροπρόθεσμης έρευνας σε τομείς που ενδιαφέρουν τις επιχειρήσεις, καθώς και τη διατομεακή κινητικότητα του προσωπικού.
· Προγραμματίσθηκε ειδική δράση για την ενίσχυση της αριστείας στα ερευνητικά κέντρα.
Με βάση τα πιο πάνω, είναι φανερό ότι απώτερος στόχος της κυβέρνησης, ο οποίος θα επιτυγχάνετο κυρίως μέσω της εθνικής ερευνητικής πολιτικής και της αύξησης των κονδυλίων για ΕΤΑΚ, ήταν η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας προς προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, με δυνατότητες διείσδυσης σε διεθνείς αγορές. Ιδιαίτερα σήμερα, περισσότερο από ποτέ, με την τρέχουσα οικονομική κρίση, η όλη προσπάθεια πρέπει να στηρίζεται στην αξιοποίηση της γνώσης και καινοτομίας και στη συνεργασία των επιχειρήσεων με τους ερευνητικούς φορείς σε εθνικό, ευρωπαϊκό, αλλά και διεθνές επίπεδο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ερευνητική πολιτική θα πρέπει να εξυπηρετεί, και αυτή, την έξοδο από την κρίση, αλλά με μακροπρόθεσμη στόχευση. Η σημερινή οικονομική συγκυρία και η ταχύτητα των αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο δεν μας επιτρέπει να αναβάλλουμε, ούτε να βυθιζόμαστε σε μια αυτάρεσκη και εσωστρεφή αυτάρκεια.
Είναι προφανές ότι μια παρόμοια εθνική ερευνητική πολιτική θα κριθεί εκ του αποτελέσματος και μάλιστα σε βάθος χρόνου, δεδομένου ότι απαιτείται συστηματική και μακροπρόθεσμη προσπάθεια, αλλά και σύμπραξη όλων των ζωτικών δυνάμεων της χώρας. Το στοίχημα, στο παγκόσμιο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, είναι αναμφίβολα μεγάλο για όλους μας. Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα δύο αντιφατικές στάσεις: αφενός, η επιθυμία της κοινωνίας για ριζικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς της διοίκησης και αφετέρου, ο φόβος κάθε αλλαγής και ο επακόλουθος μηδενισμός. Η μεταρρύθμιση όμως απαιτεί τόλμη μετά λόγου. Και η μεταρρύθμιση της έρευνας στη χώρα μας τα χρειάζεται, και τα διέθετε, και τα δύο.
Η Ελλάδα της ανάπτυξης, της πρωτοπορίας, της δημιουργίας και της αυτοπεποίθησης υπάρχει. Αυτή η Ελλάδα υπάρχει μέσα μας. Πρέπει όμως να τη διεκδικούμε και να την κερδίζουμε συνεχώς.

Καθηγητής Φίλιππος Τσαλίδης
Πρώην Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας
Πρώην Βουλευτής