Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

Απίστευτα, αλλά ελληνικά...

Απίστευτα, αλλά ελληνικά...
Γράφει η Ντιάνα Τσερβονίδου

  Η άποψη ότι η Ελλάδα αποτελεί την πιο φτωχή χώρα της γηραιάς ηπείρου, θα έλεγα, ότι είναι καθολική. Οι ίδιοι οι Έλληνες πολίτες αρέσκονται στην εικόνα του κακομοίρη που δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις ανάγκες του για επιβίωση. Οι Ευρωπαίοι από την άλλη χλευάζουν την οικονομική δυσπραγία της χώρας και ενίοτε δείχνουν σημάδια ευσπλαχνίας και αλληλεγγύης, εντελώς απογυμνωμένα, βέβαια, από την ουσιαστική σημασία τους.
  Από την μια λοιπόν η φτωχή Ελλάδα, έτσι όπως προκύπτει από την γενική εντύπωση που επικρατεί ανά τον κόσμο και από την άλλη η χλιδή που εισπράττει κανείς, αν επισκεφτεί κάποια χάι λάιτς “στέκια” της χώρας.
  Είμαστε φτωχοί και υπερχρεωμένοι βροντοφωνάζουμε με στεντόρεια φωνή στα πλαίσια του γενικότερου κλίματος της απαισιοδοξίας που επικρατεί. Αν κάνουμε όμως μια βόλτα σε “παραλίες” της χώρας, όπου φιλοξενούνται καφετέριες και μπαράκια θα διαπιστώσουμε με έκπληξη, ότι οι φτωχοί καλοπερνάνε. Καρφίτσα δεν πέφτει τις ημέρες αιχμής σε καταστήματα αυτού του είδους και αυτό δεν το λέω εγώ, αυτό το λέει ο καθένας που είναι διατεθειμένος να διαπιστώσει του λόγου το αληθές. Το θέμα εγείρει πολλά ερωτηματικά, γιατί είναι αντιφατικό από την φύση του. Η διασκέδαση αποτελεί για την πλειονότητα των Ελλήνων, ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία, τρόπο ζωής, τον οποίον δύσκολα μπορούν να αποβάλλουν. Τα ποτάκια και τα παρτάκια εμπίπτουν στις χαρακτηριστικές απολαύσεις για τους περισσότερους νεολαίους μας. Τους βλέπεις, λοιπόν, αραγμένους, ας μου επιτραπεί αυτή η έκφραση του συρμού, με το ποτό στο χέρι να κάνουν μουχαμπέτι, το αγαπημένο σπορ του Έλληνα. Κοινωνική κουβέντα, όπως αποκαλείται, συνήθως, για να μετριάζει τις εντυπώσεις.
  Στις καφετέριες δε, βλέπεις τους πιο νέους και εν δυνάμει τους πιο παραγωγικούς συμπολίτες μας να ανακατεύουν για ώρες την φραπεδιά με το καλαμάκι, σπαταλώντας άσκοπα ενέργεια και χρόνο. Πώς να μην καταθέσω, σε αυτό ακριβώς το σημείο, μια προσωπική εμπειρία, που έμεινε βαθιά χαραγμένη στην μνήμη μου. Σε αθώα ερώτηση προς έναν αιώνια άνεργο μορφωμένο και υγιέστατο νέο της κοινωνίας μας, γιατί δυσκολεύεται να βρει δουλειά, έλαβα ως απάντηση, ότι δεν είναι “μακάκας” για να δουλεύει με αντίτιμο πεντακόσια ευρώ. Σίγουρα τα πεντακόσια ευρώ αποτελούν ένα ευτελές ποσό που δεν επιτρέπει σε κάποιον να ζήσει αξιοπρεπώς, είναι όμως ΚΑΤΙ σε σχέση με το απόλυτο ΤΙΠΟΤΑ που σου παρέχει η απάθεια και η αδράνεια του καφενέ. Αυτό δεν μπόρεσε να καταλάβει ο συγκεκριμένος νέος, που παραμένει ακόμα άνεργος. Κλαίγεται για την τύχη της χώρας και την δική του, δεν είναι ωστόσο διατεθειμένος να δουλέψει για πεντακόσια ευρώ, γιατί προτιμά να τα πάρει έτοιμα από τους γονείς του. Αυτά δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά. Είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα που αποτυπώνουν την νοοτροπία που υπάρχει.
  Η χώρα έχει πολύ πλούτο, βρίσκεται όμως σε λάθος ταμεία. Η αλόγιστη σπατάλη του κράτους, τα ρουσφέτια και οι “μακροχέρηδες” που αντλούσαν όλα αυτά τα χρόνια από τους πακτωλούς του κρατικού χρήματος, έχουν ως αποτέλεσμα την σημερινή απελπιστική κατάσταση του εθνικού κορβανά.
  Εκατομμυριούχοι της χώρας δηλώνουν εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας. Νεκροί συνεχίζουν να παίρνουν συντάξεις και κάποιοι παράνομοι επιδόματα. Δεν είναι σενάρια φαντασίας για κάποια κωμική ταινία, είναι η ελληνική πραγματικότητα, έτσι όπως την ζούμε κάθε μέρα.
  Όσον αφορά δε τους Ευρωπαίους, που μας κατηγόρησαν οικτρά ότι δεν ανταποκρινόμαστε στις οικονομικές μας ανάγκες και τους χρωστάμε, είναι απλά τραγικοί ψεύτες. Χρωστάμε κύριοι, γιατί εσείς οι ίδιοι μας βάλατε στην διαδικασία να δανειστούμε. Για να παίρνετε τόκους και για να κάνουμε σαν κράτος αγορές από τα δικά σας στοκ.
  Τουτέστιν, αν δεν αλλάξουμε ρότα σαν άνθρωποι και σαν χώρα, δεν πρόκειται να δούμε ποτέ την άσπρη μέρα που περιμένουμε εναγωνίως. Η σταθερή τακτική του να προσκυνάμε τους εκ των έξω ισχυρούς και να υιοθετούμε ξενόφερτες αντιλήψεις, για να γινόμαστε αρεστοί στους πρώτους, είναι σημεία που θα μας αποτελειώσουν.
  Είναι άσχημο πράγμα να είσαι φτωχός σε χρήμα, γιατί στερείσαι ποιότητα ζωής, είναι ακόμη πιο άσχημο, όμως, να είσαι φτωχός σε πνεύμα, γιατί στερείσαι όλη την ζωή και δεν το παίρνεις χαμπάρι.