Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Άρθρο της Φ. Βλαχοπούλου

«Αν τα όσα συμβαίνουν στην σημερινή Ελλάδα συνέβαιναν στην αρχαία, ιδιαίτερα στη Σπάρτη, οι πολιτικοί θα έπιναν κώνειο ή επειδή αυτό θα κόστιζε, θα έπεφταν στον Καιάδα…»! Το είπε ο κ. Καργάκος, φιλόλογος-συγγραφέας, σε ενημερωτική εκπομπή θέλοντας να συγκρίνει τα ασύγκριτα. Την ευθιξία των τότε πολιτικών με την ανυπαρξία αυτής στις μέρες μας. Οι πολιτικοί και οι δημόσιοι άνδρες γενικώς, εκτίθενται στην κοινή γνώμη άρα και είναι υπό καθεστώς κριτικής και επικρίσεως. Σπανίως βέβαια υπό επικροτήσεως. Αυτό θα έπρεπε να το γνωρίζουν οι πολιτευόμενοι και να το θεωρούν αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτικού παιχνιδιού.
Δυστυχώς! Δεν βρισκόμαστε στην αρχαία Ελλάδα και ούτε κανείς έχει την επιθυμία από τους εμπλεκόμενους δικαίως ή αδίκως σε σκάνδαλα, να χορέψει τον χορό του Ζαλόγγου για λόγους ευθιξίας ή να πει εν κρυπτώ κώνειο, ακριβώς για τον ίδιο λόγο.
Η απαλλαγή δια της παραγραφής βολεύει τους έχοντας την κάλυψη του νόμου περί ευθύνης υπουργών, καθώς και όσους απολαμβάνουν την βουλευτική ασυλία. Από εκεί και πέρα είναι θέμα συνειδήσεως και κατά συνέπεια… «κακού» ύπνου. Σπάνιο είδος, διότι μέχρι σήμερα αν κάνουμε μια αναδρομή στην ευαισθησία των πολιτικών ανδρών, με την έννοια της ανίχνευσης περί συνειδήσεων ή μη, είναι αμφίβολο αν θα εντοπίσουμε αρκετούς οι οποίοι ενεργούν κατά συνείδησιν.
Προσφάτως, με την παραγραφή της υπόθεσης Βατοπεδίου, άρα και της απαλλαγής των εμπλεκομένων σε αυτήν τεσσάρων τέως υπουργών, η δήλωση του βουλευτή κ. Κοντού αποτέλεσε εξαίρεση στην σιωπή των υπολοίπων. Υπέρ της διαφάνειας της υπόθεσης δια της νομίμου δικαστικής οδού και όχι της παραγραφής, τάσσεται ο κ. Κοντός, ώστε η αλήθεια να διερευνηθεί και να λάμψει. Να απαλλαγεί από τις κατηγορίες δίχως την σκέπη των σκιών, αμφιβολιών και αναξιοπιστίας, που ενδεχομένως για τους περισσότερους πολίτες είναι δεδομένο πως υπάρχουν.
Είναι γνωστό πως η δικαιοσύνη προτιμάει να αφήσει ελεύθερο έναν ένοχο παρά να καταδικάσει έναν αθώο. Στις περιπτώσεις παραγραφής όμως δεν δίνεται καν η ευκαιρία να εφαρμόσει η δικαιοσύνη ούτε το ως άνω. Έτσι, στις περιπτώσεις αυτού του είδους, που αφορούν κυρίως τον πολιτικό κόσμο και δεν οδεύουν προς διαλεύκανση, μέσω της νομίμου οδού, όπως θα συνέβαινε για κάθε πολίτη που θα φερόταν εμπλεκόμενος σε οιοδήποτε αδίκημα, οι αμφιβολίες, τα ερωτηματικά, οι σκιές και στην χειρότερη περίπτωση η βεβαιότητα της ενοχής, ως ακόλουθο της απαλλαγής δια της παραγραφής, θα είναι συνοδοί ζωής επ’ αόριστον.
Σημαντικό είναι πως οι πολίτες αυτής της χώρας είναι πεπεισμένοι πως η διαφάνεια και η κάθαρση δεν ισχύουν για τον πολιτικό βίο, παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων. Ιδιαιτέρως μάλιστα της παρούσης. Ακόμη και αν αλλάξει η νομοθεσία, ο λαός δεν θα «συγχωρήσει» κανέναν που συνήργησε, ενήργησε ή εμπλέχθηκε σε πράξεις του πρόσφατου παρελθόντος, που διαγράφηκαν εξαιτίας των χρονοβόρων διαδικασιών. Το «χρονοβόρο» μπορεί να ενέχει θέση σκοπιμότητος. Στο σημείο που έφθασε η πολιτική ζωή του τόπου όλα βρίσκονται υπό αμφισβήτηση και εκλαμβάνονται ως μέρος σκοπιμοτήτων. Διότι, η αθωότης δεν λάμπει αλλά χαντακώνεται υπό το έρεβος της απαλλαγής λόγω παραγραφής.