Η φοροδιαφυγή εξελίχθηκε σε επιστήμη, στοιχείο της οποίας είναι το «παζάρεμα» κατά την διάρκεια της συναλλαγής μεταξύ των συναλλασσομένων. Έτσι η συγκέντρωση των φόρων, μετά την αφύπνιση του κράτους, που εδώ και δεκαετίες είχε υιοθετήσει την υπνηλία στον τομέα αυτόν, αποφάσισαν να εφαρμόσουν την φοροεισπρακτική, αφού πρωτίστως «διύλισαν τον κώνωπα και αγνόησαν την κάμηλον». Η «κάμηλος» απεδείχθη πονηρός αντίπαλος που λειτουργούσε και λειτουργεί πίσω από παραθυράκια εύνοιας και απόκρυψης στοιχείων, που είναι της τάξεως του μη μου άπτου. Ίδε off shore εταιρίες, εταιρίες φαντάσματα με προμήθειες εκατομμυρίων Ευρώ, με εμπορεύσιμο υλικό μεγαθηρίων και αναθέσεις των συμβάσεων σε μεσάζοντες, που τα οφέλη της συναλλαγής είναι άγνωστο ποιας τάξεως είναι.
Καθώς το ΣΔΟΕ ασχολείται με την πάταξη της φοροδιαφυγής, το καταναλωτικό κοινό κινείται μεταξύ του «παζαρέματος» του ΦΠΑ, ώστε να έχει έκπτωση στην τιμή των προϊόντων, άρα όφελος και στην τσέπη του.
Το βάρος της εντιμότητας δεν αρκεί να πέφτει μόνο στους πολίτες. Οι πολίτες αγανακτούν, όταν δημοσιοποιούνται ονόματα του πολιτικού χώρου που εμπίπτουν στον πειρασμό της απόκτησης εύκολου χρήματος και το επιτυγχάνουν. Από εκεί και μετά, με την λογική του «γιατί εσύ και όχι εγώ», προσπαθούν να ξεγελάσουν το κράτος, ώστε να αποκομίσουν οφέλη δια της αφανούς οδού. Άλλωστε «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι», γιατί θα πρέπει να το ξεχνούμε αυτό;
Με έρεισμα το ως άνω γνωμικό, υπάρχει η διάθεση του πολίτη να λειτουργήσει αναλόγως. Αφού απαλλάσσονται οι πολιτικοί γιατί να μην απαλλαγεί κι αυτός; Το πιο απλό, που θα μπορούσε να συνέβαινε στην σφαίρα της ατιμωρησίας, που είναι καθεστώς πλέον στην πολιτική ζωή αλλά δεν ισχύει για τους πολίτες. Το μόνιμο παράπονο, η διαρκής αγανάκτηση, το συνεχές ερώτημα προς τον πολιτικό χώρο και η απορία είναι διάχυτη.
Τα αμαρτήματα που διεπράχθησαν και η άφεσή τους από τους συμπαραστάτες της ντροπής, αποτελούν πρόκληση για τους πολίτες. Δύσπεπτο έως εμετικό προϊόν μιας πολιτικής που απαξιώνεται από μόνη της και δεν ενοχοποιεί την απαξίωση που αισθάνονται οι πολίτες εναντίον της, αλλά αντιθέτως τους δικαιολογεί και τους δικαιώνει.
Να μη διαμαρτύρονται όσοι δεν δικαιούνται να ομιλούν, αλλά να καταπίνουν την γλώσσα τους για να μην επιδεινώνουν την οργή που καθιερώθηκε στο θυμικό των Ελλήνων πολιτών, κυρίως αυτών που θα έπρεπε να παραμένουν έξω από τις θυσίες (κατά Γ. Παπανδρέου) της επιβολής των σκληρών μέτρων.
Φ. Βλαχοπούλου