Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Απίστευτο, αλλά ελληνικό…

Απίστευτο, αλλά ελληνικό…

Γράφει η Ντιάνα Τσερβονίδου



  Η ατμομηχανή της εθνικής μας οικονομίας, ο τουρισμός, περνάει, ομολογουμένως,  μια κρίση δίχως προηγούμενο. Γεγονός τόσο λυπητερό, όσο και απαράδεκτο. Ο βασικός αυτός πυλώνας της οικονομίας, που αποφέρει χρήματα και αναγνώριση στην χώρα, έχει κλονιστεί αρκετά. Η αξιοπιστία της Ελλάδος, βλέπετε, για την οποία γίνεται πολύς λόγος το τελευταίο διάστημα από τους λάβρους, πολιτικούς μας ηγέτες, έχει μείνει στην θεωρία. Εξάλλου, ήμασταν από ανέκαθεν οι καλύτεροι στις θεωρητικές αναλύσεις σημαντικών θεμάτων, αφού δεν μπορούσαμε να τα προσεγγίσουμε με άλλο τρόπο.

  Και ενώ έχουμε την εντελώς εσφαλμένη εντύπωση πως οι ελληνικές παραλίες είναι οι μοναδικές στον κόσμο, η γείτονος αποκομίζει τεράστια οικονομική οφέλη από τις δικές της. Προφανώς, γιατί έχει μάθει ποια είναι η συνταγή της επιτυχίας. Τουτέστιν, εκμεταλλεύεται όλες τις ευκαιρίες που της παρέχουν οι προνομιούχες περιοχές της. Όταν κάποιος, βέβαια, βλέπει τα πράγματα, μόνον, από την δική του, στενή, οπτική γωνία, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλες, πολύ πιο ευρείες, επαναπαύεται, απλώς, στις δάφνες του, μέσα δηλαδή στην απραξία του, χωρίς να κάνει κάτι σημαντικό.

  Ο μουσακάς και το τζατζίκι, αν και εθνικά πιάτα, όπως μαθαίνουμε παρασκευάζονται με μεγάλη επιτυχία και στην διπλανή Τουρκία. Επομένως, δεν πρέπει να μένουμε, μόνον, εκεί. Θα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά και άλλες παραμέτρους, που ενδεχομένως θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της θετικής εικόνας της χώρας μας.

  Είναι εξοργιστικό το γεγονός, ότι σε μια χώρα όπως είναι η Ελλάδα, σταμάτησαν εντελώς, λόγω της έρπουσας κρίσης, οι χρηματοδοτήσεις για τις αρχαιολογικές ανασκαφές και γενικότερα για όλο τον κλάδο. Αν μη τι άλλο, η μοναδικότητα της χώρας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το ιστορικό της παρελθόν, που πιστοποιείται από τους αρχαιολογικούς χώρους και τα αρχαιολογικά ευρήματα που διαθέτει, ευτυχώς σε αφθονία. Δεν είναι μόνον ο Παρθενώνας και το “χλιδάτο” Μουσείο της Ακρόπολης που απαρτίζουν το ένδοξο παρελθόν της χώρας. Η συνολική εικόνα του περιλαμβάνει πολλούς αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την ελληνική επικράτεια, τα οποία έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους.

  Μην ξεχνάμε, εξάλλου, πως, όταν πριν μερικά χρόνια ξέσπασαν οι πύρινες λαίλαπες στην Πελοπόννησο, με αποτέλεσμα εκτός των άλλων, να κινδυνέψει και το Μουσείο της Ολυμπίας, η χώρα είχε δείξει αδυναμία ως προς την εφαρμογή μέτρων για την ασφάλεια και την προστασία του συγκεκριμένου χώρου.

  Ενώ, δηλαδή, θα μπορούσε να εστιάσει στα κατεξοχήν συγκριτικά της πλεονεκτήματα, όπως είναι και ο αρχαιολογικός πλούτος της. Αυτή προτιμά να τον κρατά στην αφάνεια. Το επάγγελμα του αρχαιολόγου έχει πεθάνει μαζί με τα ιδανικά του αρχαίου κόσμου. Οι διορισμοί γίνονται με το σταγονόμετρο, αλλά και με την λογική της σύμβασης ορισμένου χρόνου απασχόλησης.

  Ιστορικές περιοχές μένουν χωρίς ξεναγούς. Δεν χρειάζεται να πηγαίνουμε πολύ μακριά για να καταλάβουμε ποιες είναι αυτές. Για παράδειγμα, η Παλιά Πόλη της Ξάνθης, το στολίδι όχι μόνον του δικού μας Νομού, αλλά ολόκληρης της βορείου Ελλάδος, που αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα λόγιας και παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, δεν έχει ούτε έναν ξεναγό για να περιηγήσει τους επισκέπτες της. Δεν υπάρχουν με λίγα λόγια οργανωμένα προγράμματα, ικανά να προσελκύσουν κόσμο και τουριστικά γκρουπάκια. Έχουμε στα χέρια μας χρυσό και δεν ξέρουμε τι να τον κάνουμε.

  Αντί να δίνεται βαρύτητα στα πλεονεκτήματα της χώρας, αυτή μετατοπίζεται στα πιο ελάσσονος σημασίας θέματα. Είπαμε είναι αναγκαίες οι περικοπές που επιχειρεί το κράτος, όχι όμως, αυτές που είναι εις βάρος του. Χρηματοδοτήσεις μηδέν για αρχαιολογικά έργα και δραστηριότητες, για αυτά δηλαδή που αναδεικνύουν την χώρα νούμερο ένα σε όλο τον κόσμο. Αυτό και αν δεν είναι παράλογο και όμως… απίστευτο, αλλά ελληνικό…